Οι άστεγες καρδιές των ανθρώπων.

Στην εποχή των αλγορίθμων, στην εποχή που νομίζουμε πως ο νους μας και οι σκέψεις μας είναι το πρόβλημα που μας βασανίζει, στην εποχή που νομίζουμε πως είμαστε οι σκέψεις μας ξεχνούμε κάτι βασικό. Παραβλέπουμε πως αφήνουμε τις καρδιές μας να κυκλοφορούν αδέσποτες, άστεγες, πεινασμένες και αφρόντιστες.Τις κακοποιούμε συστηματικά, συχνά εν αγνοία μας.

Ταϊζουμε τον νου και το σώμα μας ασταμάτητα νομίζοντας πως θα τραφεί η ύπαρξή μας, πώς θα ξεδιψάσει και θα χορτάσει αυτό που αναζητά αιώνες τώρα. Παχαίνει ο νους όπως και το  σώμα και εκδηλώνει συμπτώματα χρόνιας  υπερτροφίας και υπερπλασίας. Γιγαντώνεται και επομένως δυσκολεύεται  να χωρέσει σε αυτό που του αρκεί. Αναζητά την ευτυχία και την πληρότητα στην μεταμόρφωσή του σε ένα όλο και αυξανόμενα διογκωμένο και υπερτροφικό εγώ.

Στεγάζεται επαρκώς ο ναρκισσισμός.Υπερτρέφεται, κοιμάται καλά στο ζεστό του σπίτι, χρησιμοποιεί και καταναλώνει τα πάντα.

Δηλητηριάζει με πνευματικές φόλες τις καρδιές δεσποζόμενες και μη. Πυροβολεί ό,τι κυκλοφορεί και φέρει  υποψία τρυφερότητας και ευαισθησίας.Τον καταγγέλουν όλοι.Μένει ατιμώρητος καθώς δεν έχει θεσπιστεί, πώς θα μπορούσε άλλωστε, νόμος ενάντιά του.

Στόχος του οι άστεγες καρδιές και η έξωση όσων απέμειναν να βρίσκονται υπό την σκέπη κάποιων άλλων που πεισματικά ελεούν με αγάπη.

Κινδυνεύουμε με ολική κατάσχεση των συναισθημάτων και των πράξεων που στεγάζουν τις καρδιές μας και τις καρδιές των αγαπημένων μας.Κινδυνεύουμε να μην αναγνωρίζουμε χιλιάδες άστεγες καρδιές που ψάχνουν χωρίς να ξέρουν τι ψάχνουν. Από ένστικτο ζουν.Επιβιώνουν, ζευγαρώνουν, αναπαράγονται αλλά μένουν ανέστιες και περιπλανώμενες ψάχνοντας σπίτι.

Και είναι εκείνη η χαμένη τρυφερότητα που έχει να ξανακερδιθεί. Εκείνη που ήταν το σπίτι μας κάποτε, η στέγη της καρδιάς μας στην παιδική μας ηλικία κι ας έμπαζε βρώμικα νερά πολλές φορές. Η τρυφερότητα που χάθηκε και μας άφησε άστεγους με ωραίες στέγες πάνω απ΄τα κεφάλια μας. Περιφέρεται βρώμικη, κουρελιασμένη, τρέφεται από τα σκουπίδια  και κουρνιάζει όπου βρει, όπου συναντήσει ένα καταφύγιο υποσχόμενο λίγη ζεστασιά ακόμη, ακόμη ζητιανεύει και τότε γίνεται αξιολύπητη.

Η άστεγη καρδιά μας δεν ζητάει πολλά στην αρχή.Εχει να συλλέξει θησαυρούς εκεί που τα άλλοι τους πετούν. Εχει να τους φυλάξει, να τους απλώσει και λίγο λίγο με τον καιρό θα μαζευτούν γύρω της κι άλλες. Ολες μαζί θα κουρνιάσουν στο κρύο, θα μοιραστούν το φαγητό, θα καλέσουν κιάλλες. Και ποιός ξέρει ίσως ανάψουν μια φωτιά να ζεστάνουν αυτές που κάτω από μια στέγη μετρούν τις άδειες ώρες, τις άδειες μέρες, τις άδειες ζωές.

 

 

 

Πηγή:

Μαρία Κάλφα
Ιατρός, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας, Συστημική Yπαρξιακή Ψυχοθεραπεύτρια.